<>
thyreos

Βυζαντινες Μαχες

<>
Άβυδος, 989
Αγροί Κάτωνος, 548
Αγχίαλος (1), 708
Αγχίαλος (2), 763
Αγχίαλος, 917
Άδης, 1057
Αδραμύττιον, 1205
Αδριανούπολη, 324
Αδριανούπολη, 378
Αδριανούπολη, 813
Αδριανούπολη, 1254
Αδριανούπολη, 1369
Αζάζιον, 1030
Αζνανταΐν, 634
Ακροϊνόν, 740
Ακρ. Μερκούριον, 468
Αλεξάνδρεια, 641
Αλεξανδρέτα, 971
Αλτάβα, 578
Άμιδα, 359
Άμιδα, 502-503
Άμιδα, 973
Αμόριον, 838
Ανδρασός, 960
Ανζήν, 838
Ανθηδόνος, 634
Ανίον, 1064
Αντιόχεια, 540
Αντιόχεια, 611
Αντιόχεια, 969
Αντιόχεια Μαιάνδρου,1211
Απάμεια, 998
Απούλια, 1155
Άπρος, 1305
Αράξης, 589
Αρζαμών, 586
Αρίμινον, 538
Αρκαδιούπολις, 970
Αρκαδιούπολις, 1194
Αττάλεια, 1207
Αύξιμος, 539
Αυράσια όρη, 540
Βαβυλών, Αίγυπτος, 640
Βαθυρρύαξ, 872
Βαλάραθος, 591
Βάργυλος, 634
Βασιλικά Θερμά, 979
Βασιλική Λιβάδα, 1050
Βαφεύς, 1302
Βεζούβιος, 553
Βεράτιον, 1281
Βερεγάβα, 759
Βερόη, 1122
Βερσινικία, 813
Βεσκέρα, 682
Βιμινάκιον, 599
Βιτωλίων, 1015
Βολτούρνος, 554
Βόσπορος, 1352
Βουλγαρόφυγον, 896
Βουργάων, 535
Βουσταγάλλορα, 552
Βρινδήσιον, 1156
Γάζακα, 591
Γιαρμούκ, 636
Δαζιμών, 838
Δαμασκός, 634
Δαμιέττη, 853
Δαράς, 530
Δαράς, 573
Δέκιμον, 533
Δημητριάς, 1274
Δημητρίτσι, 1185
Διακενέ, 1050
Διάμπολις, 1049
Διδυμότειχο, 1352
Δορύστολο, 971
Δυρράχιο, 1018
Δυρράχιο, 1081
'Εδεσσα, 1031
Εκατό Βουνοί, 1050
Ελλήσποντος, 324
Έμεσα, 635-636
Επιδρομή Ρως, 860
Επιδρομή Ρως, 941
Επιδρομή Ρως, 1025
Επιδρομή Ρως, 1043
Ερμαία Άκρα, 468
Εχινάδες, 1427
Ζόμπος, 1074
Ηλιούπολις, 640
Ηράκλεια, 806
Θάκια, 545
Θαννούριος, 528
Θάσος, 829
Θεσσαλονίκη, 586
Θεσσαλονίκη, 615
Θεσσαλονίκη, 617
Θεσσαλονίκη, 617
Θεσσαλονίκη, 676-678
Θεσσαλονίκη, 904
Θεσσαλονίκη, 995
Θεσσαλονίκη, 1014
Θεσσαλονίκη, 1040
Θεσσαλονίκη, 1185
Θεσσαλονίκη, 1224
Θεσσαλονίκη, 1264
Θεσσαλονίκη, 1422-1430
Θωμάς ο Σλάβος, 821-823
Ιερομύαξ, 636
Ιερουσαλήμ, 614
Ιερουσαλήμ, 637
Ιτιές, 377
Καισάρεια, 1073
Καλαβρύη, 1079
Καλλίνικο, 531
Καλλίπολη, 1354
Καλλίπολη, 1366
Κάμπους Αρντιένσις, 316
Κάννες, 1018
Κάβο Μπον, 468
Καπετρου, 1049
Καρχηδών, 698
Καστοριά, 1259
Καστροτζιοβάννι, 859
Κατασύρται, 917
Κεφαλλονιά, 880
Κίβαλι, 316
Κίλλιον, 544
Κλειδίον, 1014
Κλοκότνιτσα, 1230
Κοπίδναδον, 788
Κοτύαιον, 492
Κούνδουρος, 1205
Κρασός, 804
Κρήτη, 824
Κρήτη, 828
Κρήτη, 961
Κτησιφών, 363
Κωνσταντινούπολη, 626
Κωνσταντινούπολη,674-678
Κωνσταντινούπολη,717-718
Κωνσταντινούπολη, 941
Κωνσταντινούπολη, 1047
Κωνσταντινούπολη, 1187
Κωνσταντινούπολη, 1204
Κωνσταντινούπολη, 1235
Κωνσταντινούπολη, 1260
Κωνσταντινούπολη, 1261
Κωνσταντινούπολη, 1422
Κωνσταντινούπολη, 1453
Λαλακάων, 863
Λάρισα, 1084
Λεβούνιον, 1091
Λήμνος, 1025
Λιπάρες, 880
Στήλαι, 880
Μακρύπλαγι, 1264
Μάμμης, 534
Μαντζικέρτ, 1071
Μαοζαμάλχα, 363
Μαράνγκα, 363
Μαρκέλλαι (1), 756
Μαρκέλλαι (2), 792
Μαρκιανούπολις, 377
Μάρτα, 547
Μαρτυρόπολις, 588
Μαυροπόταμος, 844
Μεδιόλανον, 539
Μελαντιάς, 559
Μελιτηνή, 576
Μέμβρησα, 536
Μεσσίνα, 843
Μιλάνο, 539
Μιλβία Γέφυρα, 312
Μπίτολα, 1015
Όρος Σέλευκος, 353
Μοντεπελόζο, 1041
Μοντεματζιόρε, 1041
Μοράβας, 1191
Μούρσα, 351
Μούτα, 629
Μουκέλλιν, 542
Μπαρ, 1042
Μπάρι, 1068-1071
Βερζιτία, 774
Μπρίντιζι, 1156
Μπροκάρ, 634
Μυριοκέφαλον, 1176
Νάπολη, 536
Νέαι Πάτραι, 1274
Νίκαια, 1077
Νίκαια, 1097
Νίκαια, 1328-1331
Νικίου, 646
Νικομήδεια, 782
Νικομήδεια, 1331-1337
Νινευί, 627
Νίσιβις (1), 338
Νίσιβις (3), 350
Νοβιοντούνουμ, 369
Νταδίν, 634
Νταμιέτα, 853
Ντεβίνα, 1279
Noviodunum, 369
Ολιβέντο, 1041
Ονγκάλ, 680
Ορόντης, 994
Όστροβο, 1043
Ούτους, 447
Όφλιμος, 622
Παγκάλεια, 978
Παλακατσίς, 1021
Παλέρμο, 830-831
Πεδιάδα Άρδα, 316
Πελαγονία, 1015
Πελαγονία, 1259
Πελεκάνος, 1329
Περκρί, 1034
Πέτρα, 551
Πετρόης, 1057
Πηγαί, 922
Πηνειού, 1084
Πιρισαμπόρα, 363
Πλίσκα, 811
Ποιμανηνόν, 1224
Πόσων, 863
Πρεσλάβα, 1053
Πρίνιτσα, 1263
Προύσα, 1317-1326
Πύλες Τραϊανού, 986
Ρίμινι, 538
Ρίσκι, 759
Ρόδος, 1249
Ρόδος, 1309
Ρομέττα, 964
Ρομέττα, 1038
Ρουσόκαστρο, 1332
Ρύνδακος, 1211
Ρώμη (1), 537-538
Ρώμη (2), 545 - 546
Σάβος/Σάβα, 388
Σαμάρα, 363
Σάρδεις, 743
Σαρδική, 809
Σάταλα, 530
Σβιντάξ, 1022
Σεβάστεια, 1070
Σεβαστούπολη, 692
Σένα Γκάλικα, 551
Σενιγκάλλια, 551
Σερδική, 809
Σέτινα, 1017
Σίγγαρα, 344
Σιδηρά Γέφυρα, 637
Σίλλυον, 677
Σιρίμνι, 1021
Σίρμιον, 441
Σίρμιον, 580-582
Σίρμιον, 1167
Σίφριος, 503
Σκάλας Βέτερες, 537
Σκαφίδας, 1304
Σολάχων, 586
Σουφετούλα, 647
Σπερχειός, 997
Στρώμνιτσα, 1014
Στρούμβιτσα, 1014
Συρακούσες, 827-828
Συρακούσες, 877-878
Ταγίναι, 552
Ταορμίνα, 902
Ταρσός, 965
Τορνίκιος, 1047
Τριάβνα, 1190
Τρικάμαρον, 533
Τροίνα, 1040
Υέλιον & Λειμμόχειρ, 1177
Φαβέντια, 542
Φάρος, 1043
Φάρσαλα, 1277
Φιλαδέλφεια, 1390
Φιλομήλιον, 1117
Φιράζ, 634
Φοίνιξ, 655
Φορίνο, 663
Φρίγδος, 394
Χαλέπι, 637
Χαλέπι, 962
Χαλέπι, 969
Χαριούπολις, 1051
Χερσόνησος, 447
Χρυσούπολη, 324
  4 ος    αιών
  5 ος    αιών
  6 ος    αιών
  7 ος    αιών
  8 ος    αιών
  9 ος    αιών
10 ος    αιών
11 ος    αιών
12 ος    αιών
13 ος    αιών
14 ος    αιών
15 ος    αιών

Aspis

Μάχη στο Δορύστολον

χρόνος:

971

13 Απρ-21 Ιουλ 971
Οι Βυζαντινοί υπό τον Τσιμισκή πολιόρκησαν και τελικά εκπόρθησαν το φρούριο ★ ★ ★ ★ ★
εχθρός:
Ρως
τοποθεσία:
Στο Δορύστολο, σημερινή Silistra στη Βουλγαρία, επί του Δουνάβεως
 ακρίβεια θέσης: ●●●●●
τύπος μάχης:
Κατάληψη πόλης
πόλεμος:
Επιδρομές των Ρως
σύγχρονη χώρα:
Βουλγαρία
  Οι Βυζαντινοί(αυτοκρ.  Ιωάννης Α' Τσιμισκής) Οι Εχθροί
Επικεφαλής: Αυτοκράτωρ Ιωάννης Α’ Τσιμισκής Πρίγκιπας Σβιατοσλάβ Α’ του Κιέβου
Δυνάμεις: 30,000 + 300 πλοία 60.000
Απώλειες: 38.000

Ιστορικό πλαίσιο:
Ο Σβιατοσλάβος Α’ ήταν Μέγας Πρίγκιπας του πριγκιπάτου του Κιέβου που είχαν ιδρύσει οι Ρως. Μετά την κατάλυση του βασιλείου των Χαζάρων από τον Σβιατοσλάβο το 969, ο Νικηφόρος Φωκάς του πρότεινε έναντι μεγάλης αμοιβής να επιτεθεί στους Βουλγάρους από τον βορρά. Εκείνος αποδέχτηκε την πρόταση και εισέβαλε στη Βουλγαρία, νικώντας τον βασιλιά Μπόρις Β'. Στη συνέχεια όμως δεν αποχώρησε και παρέμεινε στη χώρα.
Οι Ρως κατέλαβαν το ανατολικό μέρος της Α΄ Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας και εγκατέστησαν την πρωτεύουσά τους στην Πρεσλάβα (Περεγιασλάβετς), στις εκβολές του Δούναβη.
Ο Σβιατοσλάβος άρχισε να δημιουργεί αμέσως προβλήματα: λεηλάτησε τη Θράκη, όπου κατέλαβε τη Φιλιππούπολη (σημερινό Πλόβντιβ), σφάζοντας τους κατοίκους της και στη συνέχεια πολιόρκησε την Αδριανούπολη. Οι Βυζαντινοί δεν είχαν άλλη επιλογή από το να τον αντιμετωπίσουν.
Μόλις ο Ιωάννης Α’ Τσιμισκής ενθρονίσθηκε σφετεριζόμενος τον θρόνο, οι Βυζαντινοί εκδήλωσαν αντεπίθεση. Αφού νίκησαν τις ενωμένες δυνάμεις Ρως-Βουλγάρων-Πετσενέγων στην Μάχη της Αρκαδιουπόλεως και κατέλαβαν την Πρεσλάβα, ο Σβιατοσλάβος αναγκάσθηκε να διαφύγει στο απομακρυσμένο φρούριο του Δορύστολου, πάνω στον Δούναβη.

Η Μάχη:
Δορύστολο
Ο Σβιατοσλάβος αποχωρεί από το Δορύστολον
Ο Τσιμισκής πολιόρκησε τον Σβιατοσλάβο στο Δορύστολο. Η πολιορκία κράτησε 65 ημέρες. Οι Βυζαντινοί ενισχύθηκαν και από ένα στόλο 300 πλοίων εξοπλισμένων με Υγρό Πυρ. Έγιναν αρκετές συμπλοκές εμπρός από τα τείχη της πόλεως. Αυτές έδειξαν στους Βυζαντινούς ότι οι Ρως δεν είχαν ιδιαίτερες ικανότητες στις μάχες ιππικού. Ανάμεσα στις απώλειες ήταν και ο συγγενής του αυτοκράτορα, ο Ιωάννης Κουρκούας (του οποίου η κομμένη κεφαλή επιδεικνύονταν από τους Ρως πάνω σε ένα από τους πύργους).

Οι Ρως υπέφεραν πολύ από την πείνα. Όντας ειδωλολάτρες, με σκοπό να εξευμενίσουν τους θεούς τους έπνιξαν αιχμαλώτους και ακόμη και μωρά στον Δούναβη, αλλά οι θυσίες αυτές εννοείται πως δεν βελτίωσαν τη θέση τους. Καθώς δε το μαρτύριό τους γινόταν όλο και πιο έντονο, 2.000 πολεμιστές Ρως (συμπεριλαμβανομένων μερικών γυναικών) έκαναν μια νυχτερινή έξοδο, κατέβαλαν μια Βυζαντινή δύναμη που βρήκαν μπροστά τους και έψαξαν για εφόδια στον Δούναβη. Μετά από αυτή την προσωρινή επιτυχία, κατάφεραν να επανενωθούν με τους πολιορκημένους.
Τελικά οι Ρως πείσθηκαν ότι δεν ήταν σε θέση να διασπάσουν την πολιορκία και συμφώνησαν να υπογράψουν συνθήκη ειρήνης με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, σύμφωνα με την οποία παραιτήθηκαν από το ενδιαφέρον τους για τα Βουλγαρικά εδάφη και την Βυζαντινή πόλη της Χερσονήσου στην Κριμαία.
Ο Σβιατοσλάβος παρατήρησε με πικρία ότι όλοι οι σύμμαχοί του (Μαγυάροι, Πετσενέγοι) τον πρόδωσαν στο πιο κρίσιμο χρονικά σημείο. Του επετράπη να διαφύγει με τον στρατό του στο νησί Βορυσθένης(1) στις εκβολές του Δνείπερου, ενώ οι Βυζαντινοί εισήλθαν στο Δορύστολο που μετονομάστηκε Θεοδωρόπολις από το όνομα της αυτοκράτειρας ή, κατ’ άλλους, από τον στρατιωτικό άγιο Θεόδωρο Στρατηλάτη που λέγεται ότι προσέτρεξε να βοηθήσει τον αυτοκράτορα κατά τη μάχη.


Για πληρέστερη περιγραφή της μάχης θα καταφύγουμε στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνος του Παπαρρηγόπουλου (Δ’ τόμος):
[Ο Τσιμισκής] ... μετονόμασε την Πραισθλαύαν [Πρεσλάβα] επί το ελληνικώτερον Ιωαννούπολιν, και τελευταίον καταλιπών εν αυτή φρουράν αποχρώσαν, απήλθε πανστρατιά επί το Δορύστολον, κυριεύσας καθ’ οδόν την τε Πλίσκουβαν και την Δίνειαν και άλλας διαφόρους πόλεις, αυθορμήτως υποταχθείσας. Ό Σβιατοσλαύος ουδεμίαν ηθέλησε να ακούση περί υποχωρήσεως πρότασιν. Απεναντίας επειδή έβλεπε τους Βουλγάρους μετά του βασιλέως ήδη συντασσομένους, συγκαλέσας τους επιφανέστερους εξ αυτών τον αριθμόν 300, άπαντας ανηλεώς απέκτεινε, το δε λοιπόν πλήθος συνέκλεισεν εις ειρκτάς. Αυτός δε συναγαγών την δύναμιν αυτού εις 60.000 ανδρών συμποσουμένην, απεφάσισε να αντιταχθή εις τους επερχομένους αντιπάλους. Ο βασιλεύς Ιωάννης, βαδίσας οπωσούν βραδέως, δεν επλησίασεν εις Δορύστολον ειμή την 23 Απριλίου και εύρε τους Ρώσους ετοίμους να υποδεχθώσιν αυτόν εν πυκνή παρατάξει προ της πόλεως. Αντιτάξας λοιπόν και αυτός τον ίδιον στρατόν και έχων εν τω μέσω μεν την πεζικήν φάλαγγα, κατά θάτερον δε το κέρας τους πανσιδήρους ιππότας, εξ όπισθεν δε τους τοξότας και σφενδονήτας, αδιακοπως υπερ τας κεφαλάς των παρατεταγμένων βάλλοντας, επήλθε κατά των πολεμίων επ’ αισίοις διότι την ημέραν εκείνην ετελείτο η μνήμη του καλλινίκου μάρτυρος Γεωργίου.
Η μάχη υπήρξε μακρά και εναγώνιος. Οι Ρώσοι γαυριώντες επί τη άρχαία αυτών πολεμική φήμη ηγωνίσθησαν, ει και πεζοί, μετά ρώμης αγρίας και ενθουσιώδους. Οι περί τον βασιλέα Ιωάννην αναμιμνησκόμενοι τα πρόσφατα αυτών κατά μωαμεθανών κατορθώματα, και επαιρόμενοι επί τω ιππικω αυτών, αντετάχθησαν μετ’ εμπειρίας και τεχνικής επιστήμης. Πολλοί επεσον εκατέρωθεν και ή νίκη εφαίνετο αμφιταλαντευομένη μέχρι δείλης βαθείας, ότε ο βασιλεύς επιρράξας κατά των πολεμίων ανά κράτος άπαν το ιππικόν και αναβοήσας ότι επέστη ή ώρα να αποδείξωσι δι’ έργων την αρετήν, επήνεγκε την κρίσιν του αγώνος. Οι σαλπιγκταί ηλάλαξαν το ενυάλιον. Βοή αθρόα αντήχησεν, ο στρατός όλος θεωρών τον βασιλέα προκινδυνεύοντα, εξώρμησε δι’ ακατασχέτου φοράς κατά των Ρώσων, οίτινες μη δυνηθέντες να υπομείνωσι την τελευταίαν ταύτην ροπήν, έκλιναν εις φυγήν, και προς το τείχος συνώσθησαν, πολλούς αποβαλόντες των ανδρών κατά την μάχην εκείνην. Ενώ δε ούτοι εζήτουν άσυλον όπισθεν του περιβόλου της πόλεως, εν τω έλληνικώ στρατοπέδω αντήχησαν τα επινίκια, και ανευφημείτο ο αυτοκράτωρ, όστις αμέσως και περιστοιχισμένος ετι ών από νεκρούς και τραυματίας, προεβίβασε τους ανδραγαθήσαντας, και διά ποικίλων άλλων δεξιώσεων και φιλοφρονήσεων κατέστησεν άπαντας προθυμοτέρους εις νέους αγώνας.

Την επιούσαν πολλά πρωί ο βασιλεύς διέταξε την κατασκευήν οχυρού στρατοπέδου περί γεώλοφόν τινα, όστις ανυψούτο επί του πεδίου του εκτεινόμενου προ του Δορυστόλου, εν μικρω από της πόλεως ταύτης διαστήματι. Το παρά τον Ίστρον [Δούναβη] κείμενον Δορύστολον ήτο, ως φαίνεται, ασφαλέστερον ώχυρωμένον της Πραισθλαύας και προσέτι κατείχετο υπό 60,000 Ρώσων, ών ηγείτο αυτός ο Σβιατοσλαύος.
Όθεν ο βασιλεύς ενόησεν οτι η άλωσις του φρουρίου τούτου δεν ηδύνατο να είναι έργου πρόχειρον, και ενόμισε προ πάντων συνετόν να εξασφαλίση εαυτόν κατά των ενδεχομένων περιπετειών του πολέμου.
Επί τούτω κατεσκεύασε το οχυρόν εκείνο στρατόπεδον, και μετ’ ολίγον επελθόντος διά του Ίστρου του στόλου, όστις προ ενός περίπου μηνός είχεν εκπλεύσει από του Κερατίου κόλπου, ήρξατο συντόνως το της πολιορκίας έργον. Το ωχυρωμένον στρατόπεδον δεν εχρησίμευεν ειμή ως η άκρόπολις ούτως ειπείν άπαντος του από ξηράς επιχειρήματος. Εν αυτώ δεν εστάθμευε συνήθως ειμή ο βασιλεύς μετά της αυτοκρατορικής φρουράς, έτοιμος να επέλθη εις βοήθειαν των άλλων του στρατού μοιρών, αίτινες εστρατοπέδευον δεξιά και αριστερά παρά την πόλιν· και προς ανατολάς μεν ήσαν τεταγμένοι οι Θράκες και οι Μακεδόνες υπο τον γνωστόν στρατοπεδάρχην Πέτρον [ευνούχος Πέτρος Φωκάς], προς δυσμάς δε αι ανατολικαί δυνάμεις υπό τον ετι γνωστότερον Βάρδαν Σκληρόν. Αι πολιορκητικαί μηχαναί ήσαν επιτετραμμέναι εις τον Ιωάννην Κουρκούαν, του οποίου τα κατά το προηγούμενου έτος αμαρτήματα, δεν εμπόδισαν τον βασιλέα Ιωάννην, δεύτερον εξάδελφον αυτού όντα, να τον μεταχειρισθή και πάλιν.

Οι Ρώσοι άμα επλησίασεν ο στόλος, είλκυσαν τα ακάτια αυτών προ του περιβόλου του άστεως, ώστε ή πόλις ήτο πανταχόθεν περιεζωσμένη. Η πολιορκία διεξήγετο οτέ μεν ακροβολιζομένων των δύο αντιπάλων άνωθεν από των επάλξεων και κάτωθεν από του πεδίου διά σφενδονών και βελών και ποικίλων εκηβόλων οργάνων, οτέ δε δι’ αγώνων εκ παρατάξεως ούς επεχείρουν οι Ρώσοι εξορμώντες εκ διαλειμμάτων από του φρουρίου, άλλ’ αναγκαζόμενοι πάντοτε να επιστρέψωσιν εις αυτό. Εις μίαν δε των πρώτων τούτων εξόδων έπεσεν ο γενναίος Σφέγγελος, εκθύμως διαγωνισάμενος.
Περιφανώς δε διέπρεψε μεταξύ των ημετέρων ο Θεόδωρος Λαλάκων, «ανήρ κατά τε την αλκήν και σώματος ρώμην δυσάντητος και ακαταγώνιστος,» λέγει ο Λέων ο Διάκονος.
Η του φρουρίου εξ εφόδου εκπόρθησις εφαίνετο ακατόρθωτος, είτε διότι τα τείχη αυτού ήσαν υψηλότερα και πλατύτερα των συνήθων, είτε διότι αι πολιορκητικαί μηχαναί δεν ήσαν αποχρώσαι. Όθεν ο βασιλεύς Ιωάννης, έχων πανταχόθεν περιπεφραγμένην την πόλιν, και παρενοχλών αδιακόπως τους πολοιορκουμένους διά σφενδονών και βελών και πετροβόλων οργάνων, και αποκρούων πάσαν αυτών έξοδον, ήλπισε μάλλον δια λιμού να καταναγκάσει αυτούς εις παράδοσιν. Πάσα η εντεύθεν του Ίστρου χώρα είχεν υποταχθή ήδη εις αυτόν, Διότι ο Σβιατοσλαύος είχεν ανακαλέσει πανταχόθεν τας ρωσικάς φρουράς, συμπυκνώσας όλην αυτού την δύναμιν εις Δορύστολον. Αλλά και τα επέκεινα του Ίστρου φρούρια παρεδόθησαν εις τον βασιλέα ώστε ούτος ευλόγως προσεδόκα και την του Δορυστόλου προσεχή άλωσιν, διότι ήξευρεν ότι από των αρχών του Μαΐου πολλή ήδη έπεκράτει εν αυτω τροφών ένδεια ένεκα της κατεσπευσμένης τοσούτου στρατού συμπυκνώσεως.

Αλλ’ αίφνης η τού Σβιατοσλαύου τόλμη και δεξιότης κατόρθωσε να παρατείνει επί μήνα έτι όλον την αντίστασιν. Εκλέξας νύκτα βαθείαν και ασέληνον καθ’ ήν υετός ραγδαίος έπιπτε μετά χαλάζης αναμεμιγμενος και υπό βροντών και αστραπών συνοδευόμενος, ο ηγεμών των Ρώσων, εμβάς εις μονόξυλα ερετά δις χιλίων ανδρών, και διαφυγών την προσοχήν τού στόλου, εξήλθεν εις επισιτισμόν. Και συλλέξας παρά τας οχθας του Ίστρου σίτον, κέγχρον, και όσα άλλα τρόφιμα εύρεν, επέστρεψεν ήδη εις Δορύστολον, ότε είδε κατά το χείλος του ποταμού πολλούς των στρατιωτών θεράποντας τους μεν ποτίζοντας ίππους, τους δε χορτολογούντας και άλλους ξυλεύοντας, επέπεσεν εκ του αφανούς κατ’ αυτών και πολλούς μεν φονεύσας, τους δε λοιπούς αναγκάσας εις φυγήν, επέστρεψεν ήδη διά των μονοξύλων αυτού εις Δορύστολον.
Ο βασιλεύς πληροφορηθείς τα γενόμενα, ηγανάκτησε κατά των αρχηγών του στόλου, των οποίων η αμέλεια επέτρεψε τον έκπλουν των Ρώσων και ηπείλησεν αυτούς θάνατον, εάν επαναληφθή τοιούτό τι. Συγχρόνως δε και από ξηράς απέκλεισεν έτι στενότερον δια τάφρων και φυλάκων την πύλην, ίνα καταστήση αδύνατον την είσαγωγήν νέων τροφίμων.
Και τούτο μεν κατωρθώθη, αλλ’ οι Ρώσοι επέμειναν καρτερικώς ανταγωνιζόμενοι. Η άμυνα αυτών διήρκεσε μέχρι των μέσων του Ιουλίου και επέκεινα. Κατά τας τελευταίας μάλιστα τούτου ημέρας πειραθέντες να πυρπολήσωσι τας πολιορκητικάς μηχανάς, τούτου μεν του επιχειρήματος απέτυχον, εφόνευσαν δε τον Ιωάννην Κουρκούαν, όστις καίτοι ένεκα του ακολάστου αυτού βίου ολίγην είχε περί την εκπλήρωσιν του καθήκοντος πρόνοιαν, κατά την κρίσιμον όμως εκείνην στιγμήν εκθύμως κατά των πολεμίων αντεπεξήλθε και γενναίως έπεσε.
Την δ’ επιούσαν οί Ρώσοι επαρθέντες εκ του συμβεβηκότος τούτου, εξήλθον αύθις ίνα εκ παρατάξεως αγωνισθώσιν, υπό Ίκμορα τον μετά Σβιατοσλαύον πρώτον αυτών ηγεμόνα, άνδρα γιγαντώδη και νεανικόν, και πολλήν σφαγήν εν τη μάχη ταύτη εις τους αντιπάλους επενεγκόντα. Αλλά τότε ο βασιλικός σωματοφύλαξ Ανεμάς, όστις, ως ηξεύρομεν ήδη ήτο υιός του τελευταίου εμίρου της Κρήτης Απδούλ Αζίζ , και άξιος τη αληθεία του Ρώσου μαχητού ανταγωνιστής, ορμήσας κατ’ αυτού διά μιας πληγής απέκοψε την τε κεφαλήν και την δεξιάν αυτού· οι δε Ρώσοι καταπλαγέντες εκ του παθήματος τούτου, υπεχώρησαν εις το άστυ, αφού κατέλιπον πολλούς εις το πεδίον τής μάχης νεκρούς.

Ο θάνατος του Ίκμορος επροξένησεν εις τον ρωσικόν στρατόν αθυμίαν ήτις έξηκολούθησεν, ως φαίνεται, και μετά την υποχώρησιν, ώστε ο Σβιατοσλαύος ενόμισεν απαραίτητον την ακόλουθον ημέραν να συγκαλέση συμβούλιον των αρίστων του στρατού, ίνα βουλευθή μετ’ αυτών περί του πρακτέου, πράγματι δε δια να ένθαρρύνη αυτούς προς άμυναν. Τωόντι εκ των παρευρεθέντων εν τω συμβουλίω τούτω, οι μεν εγνωμοδότήσαν ότι άλλο δεν έχουσι να πράξουσιν, αφού μάλιστα απέβαλον τοσούτους πρώταγωνιστάς, ειμή να φύγωσι διά νυκτός όπως ηδύναντο επιβάντες εις τα πλοία αυτών· οι δε, ότι επειδή η τοιαύτη φυγή ήτο ακατόρθωτος ένεκα του στόλου, όστις άγρύπνως ήδη επετήρει τον ποταμόν, ανάγκη να συνθηκολογήσωσι προς τους αντιπάλους ίνα διασώσωσι την περιλιπομένην στρατιάν. Ταύτα ακούσας μετά βαθείας λύπης ο Σβιατοσλαύος είπε λόγους τινάς, τους οποίους πρέπει να υποθέσωμεν ότι γνωρίζομεν ακριβώς, διότι αναφέρονται σχεδόν απαραλλάκτως υπό τε του Λέοντος του Διακόνου και υπό του Σλαύου χρονογράφου Νέστορος: «Μη καταισχύνωμεν, είπε, την Ρωσίαν, αλλά καταλείψωμεν ενταύθα τα οστά ημών. Εάν αποθάνωμεν ουδεμία θέλει προσγίνει εις ημάς ατιμία, ενώ εάν σωθώμεν, θέλομεν υπό πάντων κατακριθή. Εγκαρτερήσωμεν λοιπόν, και, αν εγώ προκινδυνεύων πέσω, τότε σκεφθήτε περί υμών.»
Οι μαχηταί απεκρίθησαν «θέλομεν πέσει πάντες μετά σού» και απεφάσισαν v’ αγωνισθώσιν έτι άπαξ.
Την επιούσαν το απόγευμα συνεκροτήθη η τελευταία κρίσιμος εκ παρατάξεως μάχη, προ του τείχους τής πόλεως. Κατά την μάχην ταύτην ο Ανεμάς κατέφερε πληγήν βαρείαν κατά του Σβιατοσλαύου, αλλ’ ο Ρώσος ηγεμών εσώθη διά του αλυσιδωτού αυτού χιτώνος, ο δε ατρόμητος εκείνος νέος, κυκλωθείς υπό των πολεμίων, πολλούς μεν τούτων εφόνευσεν, επί τέλους όμως εφονεύθη και αυτός. Οι περί αυτόν καταπλαγέντες υπό του ατυχήματος τούτου υπεχώρησαν προτροπάδην, και εδέησε να προκινδυνεύση ο βασιλεύς Ιωάννης, ίνα έπιστρεψωσιν εις τας τάξεις και ορμήσωσιν αύθις επί τους πολεμίους.
Θύελλα δε μετά βροχής αναρριπισθεϊσα, προσέβαλε τας όψεις των Ρώσων, και φήμη διεδόθη οτι ανήρ λευκόπωλος προηγούμενος των ημετέρων, διέκοπτε και συνετάραττε τας των πολεμίων φάλαγγας, και ότι ο θεσπέσιος εκείνος ήτο ο μέγας εν μάρτυσι Θεόδωρος, ον ο βασιλεύς επεκαλείτο αείποτε προστάτην και αρωγόν εις τους αγώνας αυτού. Ταύτα δε πάντα, ανεπτέρωσαν το θάρρος των χριστιανών και μετ’ ού πολύ ο Βάρδας Σκληρός κατορθώσας να περικυκλώση σχεδόν τους Ρώσους, έτρεψε τελευταίον αυτούς εις φυγήν προς τον περίβολον, καθ’ ήν μικρού δειν να συλληφθή και αυτός ο Σβιατοσλαύος. Εις την μάχην ταύτην λέγεται οτι έφονεύθησαν 15.000 Ρώσων, ελήφθησαν δέ δισμύριαι ασπίδες και ξίφη πάμπολλα. Χριστιανοί δε έπεσον 350 εκτός των πολλών τραυματιών.

Την επομένην ημέραν ο Σβιατοσλαύος έπεμψε προς τον βασιλέα Ιωάννην πρέσβεις, προτείνων, οι μεν Ρώσοι να παραδώσωσι το Δορύστολον, να απολύσωσι τους αιχμαλώτους, και να εκχωρήσωσι της Βουλγαρίας, επιστρέφοντες διά του ποταμού εις τα ίδια. Οι δε αυτοκρατορικοί να επιτρέψωσι τον απόπλουν, να επιχορηγήσωσι τας αναγκαίας τροφάς, και να συγχωρήσωσιν ώστε να προσέρχωνται εις Βυζάντιον χάριν εμπορίας, κατά τα ανέκαθεν ειθισμένα.
Ό βασιλεύς Ιωάννης εδέχθη προθύμως τας συμβάσεις ταύτας, και διέταξε να δοθώσιν εις έκαστον άνδρα σίτου μέδιμνοι δύο. Ευρέθησαν δε οι λαβόντες τον σίτον 22.000 εκ των 60,000 , όσοι ήσαν εν αρχή τής πολιορκίας.
Γενομένων των σπονδών ο Σβιατοσλαύος εζήτησε να ίδη τον βασιλέα, όστις δεν απεποιήθη την συνέντευξιν, και καθοπλισθείς διαχρύσω πανοπλία προσήλθεν έφιππος παρά την όχθην του Ίστρου συνεπαγόμενος μυρίους χρυσοφορούντας ιππείς, ενώ ο Ρώσος ηγεμών επήλθε ταπεινότερον επί ρωσικου ακατίου παραπλέων τον ποταμόν και κωπηλατών μετά των άλλων ως είς έξ αυτών. Τότε ειδον οι ημέτεροι εκ του σύνεγγυς τον Σβιατοσλαύον, και ο Λέων ο Διάκονος δίδει ημίν ακριβή τινα εικόνα : Το ανάστημά του ήτο μέτριον, αλλά κάλλιστα κατά πάντα διηρθρωμενον, είχε δασείας τας οφρύς, και γλαυκούς τους οφθαλμούς, ήτο σιμός την ρίνα [είχε γαμψή μύτη] και αραιόν μεν είχε το γένειον, τον δε μύστακα πυκνόν και μακρότατον· η κεφαλή του ήτο σχεδόν φαλακρά, αλλ’ εκατέρωθεν αυτής εκρέματο βόστρυχος εμφαίνων το του γένους επιφανές. Και πάλιν αφ’ εκατέρου των ώτων εξηρτάτο χρυσούν ενώτιον κεκοσμημένον δια δύο μαργαριτών, εχόντων εν τω μέσω λίθον άνθρακα [διαμάντι]. Έφερεν έσθήτα λευκήν, κατ’ ουδέν άλλο ή την καθαριότητα διαφέρουσαν της εσθήτος των συντρόφων του. Η όλη όψις αυτού είχε τι σκυθρωπόν και τραχύ. Ολίγα δε τινά ομιλήσας εις τον βασιλέα περί διαλλαγής, καθήμενος παρά τον ζυγόν του ακατίου, επέστρεψεν εις Δορύστολον, και από εκεί, αφού κατά τας σπονδάς απέδωκε τους αίχμαλώτους, απέπλεύσεν εις την αντίθετον όχθην.

Αξιοσημείωτα:
Καθώς επέστρεφε στο Κίεβο, ο Σβιάτοσλαβ δέχθηκε επίθεση και δολοφονήθηκε από τον Κούρια, τον Χάνο των Πετσενέγων, ο οποίος είχε πληρωθεί γι’αυτό από τον Τσιμισκή, που φοβόταν –δικαιολογημένα– επιστροφή των Ρως στα Βαλκάνια. Λέγεται ότι ο Χάνος χρησιμοποιούσε το κρανίο του σαν κύπελλο κρασιού.

Επακόλουθα:
Κατά την επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη, ο Τσιμισκής οργάνωσε θρίαμβο και δοξολογία στην Εκκλησία της Χάλκης. Παράλληλα αφαίρεσε τα αυτοκρατορικά σύμβολα από τον αιχμάλωτο Βούλγαρο τσάρο Μπόρις Β’ και ανακήρυξε την προσάρτηση της Βουλγαρίας.
Το 976 όταν ξανάρχισε ο πόλεμος με τη Βουλγαρία, ο τσάρος Σαμουήλ κατέλαβε ξανά το Δορύστολον.
Παρατηρήσεις:
  1. Βορυσθένης σημαίνει «αυτός που ρέει από τα βόρεια». Είναι είναι αρχαίο γεωγραφικό όνομα που συνήθως αναφέρεται στον ποταμό Δνείπερο και την αντίστοιχη ποτάμια θεότητα. Επίσης το όνομα χρησιμοποιήθηκε και σαν εναλλακτική ονομασία της Ολβίας Ποντικής, μια αρχαία Ελληνική αποικία στο Δέλτα του ποταμού αλλά και για τη νησίδα που σήμερα έχει το όνομα «Μπερεζάν».